Suffering in silence

Ο παραπάνω τίτλος δεν είναι ο εντυπωσιακός τίτλος ενός click bait άρθρου. Όχι, είναι ο τίτλος ενός επιστημονικού άρθρου. Και είναι συγκλονιστικός. Στο άρθρο, το οποίο διάλεξα απλά για ενδεικτικούς και μόνο λόγους,  διαβάζουμε ότι στην Φλόριντα, στο πρώτο κύμα της πανδημίας, και αφού έκλεισαν τα σχολεία, οι ερευνητές παρατήρησαν, παραδόξως, σημαντική μείωση των αναφορών για κακοποίηση παιδιών. Παραδόξως, γιατί θα περίμενε κανείς να δει μία σαφή αύξηση όταν ο χρόνος των παιδιών στο σπίτι αυξάνεται, καθώς , δυστυχώς, οι γονείς είναι οι θύτες στην πλειονότητα των περιπτώσεων παιδικής κακοποίησης. Και υποθέτουν οι ερευνητές, βάσιμα, ότι η παράδοξη αυτή μείωση εξηγείται από την απομάκρυνση των παιδιών από τους δασκάλους τους, καθώς ο δάσκαλος είναι η πρώτη και μακράν η μεγαλύτερη πηγή αναγνώρισης και αναφοράς τέτοιων περιστατικών.

Είναι συγκλονιστικό πραγματικά! Κατανοώ ότι ζούμε σε εποχές όπου οι λέξεις συχνά χάνουν την έννοιά τους, όπου η υπερβολή παίρνει την θέση της ακρίβειας του λόγου. Όμως, ας το σκεφτούμε λίγο πριν κρίνουμε τον χαρακτηρισμό μου υπερβολικό. Κάθε μέρα, για παραπάνω από 12 μήνες πλέον, εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά στην χώρα μας βιώνουν τις αρνητικές επιπτώσεις του κλειστού σχολείου, σιωπηλά. Και κάποια εξ αυτών βιώνουν την κακοποίηση, σε όποια μορφή, σεξουαλική, σωματική, συναισθηματική.

ΣΙΩΠΗΛΑ!

Χωρίς κανέναν ρεαλιστικό τρόπο να ζητήσουν βοήθεια. Και η κοινωνία μας αδιαφορεί. Αδιαφορεί υποκρινόμενη ότι το πρόβλημα δεν υπάρχει (out of sight out of mind). Αδιαφορεί με το να μην κάνει τον κόπο καν να συζητήσει αν κάποια παιδιά χρειάζονται ένα χέρι βοηθείας, και πώς θα μπορούσε να τους το προσφέρει. Δεκαετίες προόδου στο θέμα των δικαιωμάτων των παιδιών έχουν ξεγραφτεί εδώ και ένα χρόνο γιατί πιστεύουμε ότι έτσι υπηρετούμε το μέγιστο συλλογικό όφελος. Κι όλα αυτά στο όνομα της επιστήμης, αλλά χωρίς κανένα επιστημονικό υποστηρικτικό στοιχείο, το αντίθετο μάλιστα, ενάντια στα σαφή επιστημονικά δεδομένα. Κι όλα αυτά στο όνομα ενός «ανθρωπισμού» τόσο ρηχού και κοντόφθαλμου, που σε πονά και μόνο να σκέφτεσαι ότι υπάρχουν άνθρωποι που τολμούν να συμπεριφέρονται έτσι στα παιδιά. Γιατί μην ξεχνάμε, η αδιαφορία προς την νέα γενιά είναι και ενεργή/συνειδητή και έχει και ονοματεπώνυμο. Γιατί μην ξεχνάμε, το default state είναι τα παιδιά να είναι στο φυσικό τους περιβάλλον, στο σχολείο. Γιατί, μην ξεχνάμε, το υπουργείο παιδείας και η υπουργός είναι εκπρόσωποι των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παιδιών στον δημόσιο διάλογο, δεν είναι εκπρόσωποι της επιτροπής λοιμωξιολόγων, ούτε του υπουργείου υγείας. Και αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για τα παιδιά δημοτικού για τα οποία είναι ξεκάθαρο ότι το διαδικτυακό μάθημα δεν είναι κατάλληλη εναλλακτική για τις ανάγκες τους, αλλά και τα οποία φαίνεται να έχουν σχεδόν μηδενικό κίνδυνο από τον κορονοϊό και παράλληλα την μικρότερη συμμετοχή από κάθε άλλη πληθυσμιακή ομάδα στην διασπορά του ιού.

Suffering in Silence! Γιατί ενώ όλοι μας ξέρουμε απ’ έξω και ανακατωτά την καθημερινή μακάβρια λίστα των θυμάτων του κορονοϊού, αγνοούμε ή αδιαφορούμε συλλογικά για (τουλάχιστον) μία ακόμη καθημερινή λίστα που θα έπρεπε να παρακολουθούμε! Αδιαφορούμε για την καθημερινή λίστα των θυμάτων του κλειστού σχολείου. Αδιαφορούμε για το παιδί που σήμερα οδηγείται σε απομόνωση και κατάθλιψη, για το παιδί που του έκοψαν κάθε μορφή άσκησης και (ξανα)πήρε βάρος (και που δεν θα καταφέρει ίσως να χάσει ποτέ), για το παιδί που έρχεται σε επαφή με το cyberbullying πρώιμα, χωρίς την κατάλληλη ωριμότητα και άμυνα για να μπορεί να το αντιμετωπίσει κάπως, για το παιδί που δέχεται κάθε μορφή κακοποίησης που μπορεί κανείς να σκεφτεί εντός των τεσσάρων τοίχων του σπιτιού και χωρίς να έχει ούτε έναν ενήλικο στον οποίο να μπορεί να στραφεί για έκκληση βοηθείας, έστω με έναν μορφασμό ελπίδας. Αυτή η λίστα γιατί δεν δημοσιοποιείται από το υπουργείο παιδείας;

Τέτοια άρθρα σαν αυτό που αναφέρω στην αρχή, άρθρα επιστημονικά, άρθρα που θα έπρεπε να μας έχουν κάνει να χάσουμε συλλογικά τον ύπνο μας (ιδίως τους υπεύθυνους για την κατάσταση) υπάρχουν ήδη πολλά δημοσιευμένα (τόσο με δεδομένα της παρούσης πανδημίας, όσο και από ιστορικά δεδομένα έρευνας). Φτάνει να ψάξει κανείς ενεργά, ή να απαιτήσει από τους συμβούλους του να τα δει. Φτάνει να ενδιαφερθεί. Με τέτοια θέματα ασχολούνται, στο background της πανδημίας, πάρα πολλοί άξιοι επιστήμονες που τώρα τους θεωρούμε 2ης γραμμής σε σχέση με τους ουάουα λοιμωξιολόγους. Με τέτοια άρθρα θα ασχοληθούμε ιδιαιτέρως ως κοινωνία τα επόμενα χρόνια, όταν θα «ανακαλύπτουμε» ΤΙ ΚΑΝΑΜΕ; …και όταν θα προσπαθούμε να σώσουμε ό,τι σώζεται. Γιατί η επιστήμη είναι σαφές ότι, παρά την πολιτική αντίσταση και την εγγενή μεροληψία πολλών ερευνητών, θα αναδείξει την αλήθεια, έστω κάπως καθυστερημένα. Όμως, προς το παρόν, το ευρύ κοινό δεν μαθαίνει τίποτα για αυτά. Γιατί τέτοια άρθρα δεν αναπαράγονται από τους φορείς της πολιτείας (π.χ. υπουργείο παιδείας, υγείας) ούτε και από τους πανδημιολόγους των κοινωνικών δικτύων. Γιατί τέτοια άρθρα χαλάνε το αφήγημά τους. Γιατί αυτοί ξέρουν καλύτερα και έχουν αποφασίσει πριν από εμάς, για εμάς. Χωρίς διάλογο. Χωρίς (όλα τα) στοιχεία. Για το καλό μας!

Φοβάμαι ότι η νέα γενιά, και να θέλει, δεν θα μπορέσει να δείξει επιείκεια στο μέλλον, για τις αποφάσεις που εδώ και έναν χρόνο έχουμε λάβει. Γιατί και η επιείκεια χρειάζεται να μπορεί να στηριχτεί σε κάποια, ελάχιστα έστω, ελαφρυντικά. Κι εμείς εδώ στην Ελλάδα, αντιμετωπίζοντας το σχολείο με τον πιο βάρβαρο τρόπο, ως οδηγό της πανδημίας, σε αντίθεση με τα επιστημονικά δεδομένα, με το διεθνές scientific consensus, και με την πρακτική των λοιπών Ευρωπαϊκών χωρών, δεν θα μπορούμε να επικαλεστούμε κανένα σοβαρό ελαφρυντικό.

Θυμηθείτε για λίγο όλους όσους θεωρείτε ότι «σας ενημερώνουν αντικειμενικά» για την πανδημία και μετά αναρωτηθείτε πότε διαβάσατε ένα κείμενο ή έστω μία αναφορά στις επιπτώσεις στα παιδιά και στο πώς θα καταφέρουμε να ισορροπήσουμε μεταξύ δύσκολων αποφάσεων. ΜΙΑ αναφορά έστω, ΜΙΑ πρόταση έστω για το πώς θα μειώσουμε τις επιπτώσεις στα παιδιά. Κάτι ελάχιστο, για τα μάτια του κόσμου. Δυστυχώς, στην πλειονότητα των κειμένων/προτάσεων των «πανδημιολόγων» δεν βρίσκεις ούτε αυτό το ελάχιστο, έστω για το «ξεκάρφωμα»… Κι όταν αυτή η αδιαφορία παρατηρείται ακόμη και σε άτομα που υποτίθεται ότι εκ της ειδίκευσής τους (τυπικό και πρώτο παράδειγμα που έρχεται στο μυαλό είναι οι παιδίατροι) έχουν υποχρέωση να είναι οι εκπρόσωποι των συμφερόντων των παιδιών, ιδίως αφού τα παιδιά είναι η μόνη κοινωνική ομάδα χωρίς αυτόνομη φωνή στον δημόσιο διάλογο, τότε δυστυχώς, αυτή η αδιαφορία προς τα παιδιά μετατρέπεται σε ανηθικότητα.

Suffering in silence, και στην 3η ηλικία…

Και το διαρκές επιχείρημα, «Για το καλό μας!». Γιατί τώρα, μας λένε, είναι η ώρα που πρέπει να σώσουμε ζωές, με οποιοδήποτε κόστος, τώρα πρέπει να υποστηρίξουμε την 3η ηλικία, να δείξουμε αλληλεγγύη. Αλήθεια; Για να το δούμε:

Έχουμε πλέον μπει στο 2ο έτος με την πανδημία στην ζωή μας. Είμαστε στο 2ο έτος αδιανόητα παρατεταμένων  περιορισμών ελευθερίας και δικαιωμάτων, με πιο εμβληματικό και σοβαρό εξ αυτών την βάναυση άρνηση στο δικαίωμα των παιδιών στην εκπαίδευση, την κοινωνικοποίηση, την ισορροπημένη σωματική και ψυχική ανάπτυξη. Όμως για να ρίξουμε μια ματιά και στην 3η ηλικία (και για τώρα δεν θα ασχοληθώ με το αν πραγματικά τα μέτρα αυτά σώζουν ζωές…).

Στην Ελλάδα, το 85% των θανάτων καταγράφεται σε άτομα >65 ετών ενώ το 95% καταγράφεται σε άτομα >70 ετών ή/και με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα. Οι άνω των 65 όμως είναι περίπου 1,5 με 2 εκατομμύρια (λιγότεροι αν κάνουμε διαχωρισμό με βάση και τα υποκείμενα νοσήματα). Παράλληλα, αυτήν την στιγμή ζουν περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι, κατά βάση ηλικιωμένοι (δηλαδή σχεδόν το 1/3 αυτών που προσπαθούμε να προστατεύσουμε), με μέσο προσδόκιμο ζωής τα 2 χρόνια (γρήγορη εξήγηση: με δεδομένο ότι έχουμε περίπου 125 χιλιάδες θανάτους ανά έτος, δηλ. στα επόμενα 4 έτη θα έχουμε περίπου μισό εκατομμύριο θανάτων με μέση διάρκεια ζωής αυτών των ανθρώπων τα 2 έτη από τώρα). Στο όνομα της προστασίας της ζωής (και) αυτών των ανθρώπων (των “ευάλωτων”) τούς έχουμε υποχρεώσει να ζουν, αλλά και να πεθαίνουν δυστυχώς, εδώ και 12 μήνες, πλήρως απομονωμένοι, ή στην καλύτερη τους έχουμε κάνει να νιώθουν τύψεις αν τυχόν είδαν τα παιδιά ή τα εγγόνια τους σε κάποια ευκαιρία ή ανάγκη. Ακόμη και άτομα με ελάχιστο προσδόκιμο ζωής δεν βλέπουν τα παιδιά τους ή τα εγγόνια τους, από φόβο πρώιμου θανάτου. Κι ας είναι ίσως η άνοιξη που μπήκε η τελευταία που θα ζήσουν, ασχέτως του κορονοϊού…

Και κανείς από τους ειδικούς, απολύτως κανείς, δεν έχει κάνει μία προσπάθεια να τους πλησιάσει, να δείξει ενσυναίσθηση, να σηκώσει από πάνω τους τις ενοχές, να εξηγήσει την απλή λογική των αριθμών, να τους πει ότι «Όχι, δεν είναι κακό να θέλεις να ακούσεις το εγγόνι σου να σε φωνάζει από κοντά για 1η φορά «Παππού… Γιαγιά…»». Και η απλή αριθμητική λέει ότι όπως για τα παιδιά, ακόμη περισσότερο για τους μεγάλους, αυτά τα χρόνια δεν επιστρέφουν πίσω! Ο παππούς δεν θα ξαναδεί το εγγόνι του να μεγαλώνει. Πάει αυτό το φθινόπωρο, πάει κι ο χειμώνας… Και αυτός που ανήκει στο μισό εκατομμύριο ανθρώπων με τόσο μικρό προσδόκιμο ζωής, ξέρει καλά ότι θα έχει ελάχιστες ευκαιρίες να κερδίσει το χαμένο έδαφος, να ζήσει κάποιες κοινές εμπειρίες με το εγγόνι του. Και πώς να νιώθει άραγε όταν αντιλαμβάνεται ότι ίσως το εγγόνι να μην έχει στο μέλλον εκείνες τις κοινές εμπειρίες για να θυμάται και να μεταφέρει μέσα του εις το διηνεκές τον παππού και την γιαγιά… Ας σταματήσουμε να τον υποχρεώνουμε για το πώς πρέπει να νιώθει και να συμπεριφέρεται και ας του δώσουμε εκείνη την έγκυρη και ολοκληρωμένη ενημέρωση που έχει ανάγκη για να πάρει τις δικές του αποφάσεις, σύμφωνα με τις δικές του αρχές και επιθυμίες. Δώδεκα μήνες μετά, σε άτομα με εμπειρία ζωής 70 και 80 χρόνων, νομίζω ότι αυτό είναι το λιγότερο που τους οφείλουμε. Κι όμως, δώδεκα μήνες μετά, ο δημόσιος διάλογος από τους πανδημιολόγους των κοινωνικών δικτύων επικεντρώνεται στην ανάγκη μίας νέας, εφευρετικής οφείλω να πω (μέχρι την επόμενη), υποχρέωσης, αυτήν της διπλής μάσκας… Η οποία θα μας σώσει ακόμη περισσότερο, φτάνει να μην τολμήσουμε και αυτενεργήσουμε, φτάνει να μην αμφισβητήσουμε το εγχειρίδιο τους (αλάνθαστο έως τώρα…). Θα ήταν αστείο αν δεν ήταν τόσο τραγικό…

Λένε πολλοί, και κρύβονται πίσω από αυτό: «λες εμάς να μας αρέσουν τα lockdown». Φυσικά, η απάντηση στην προκλητική αυτή σοφιστεία είναι απλή: Ε, ναι λοιπόν, στην πλειονότητα των «πανδημιολόγων» τα lockdown είναι αρεστά. Υπενθυμίζω ότι έναν χρόνο πλέον, έχουμε δείγματα γραφής. Υπενθυμίζω, ενδεικτικά και μόνο, ότι η πλειονότητα των «πανδημιολόγων» ήταν κατά του ανοίγματος των σχολείων τον Ιούνιο, υπενθυμίζω ότι πολλοί ήταν υπέρ του μη ανοίγματος τον Σεπτέμβριο. Όταν δηλ. έχει αποδειχτεί πέραν κάθε αμφιβολίας ότι το άνοιγμα ήταν πλήρως ασφαλές σε πληθυσμιακό επίπεδο. Συνεπώς, ναι, έχουμε λόγο να πιστεύουμε ότι είτε τους αρέσει η εξουσία που συνοδεύει την ρητορική των όλο και πιο αυστηρών μέτρων, ή/και είναι απλά άσχετοι.

Λένε πολλοί, και κρύβονται πίσω και από το άλλο, «τι προτείνεις, δεν βλέπεις τον κίνδυνο να κορεστούν οι ΜΕΘ και…». Η απάντηση εδώ είναι ότι είναι αστείο, 12 μήνες μετά να χρησιμοποιούμε το ίδιο επιχείρημα για το οποίο λέγαμε (και συμφωνούσαμε)  να μπούμε σε lockdown προσωρινά και αρχικά μόνο, μέχρι να ετοιμαστούμε καλύτερα, να μελετήσουμε καλύτερα το φαινόμενο, ώστε μετά να λάβουμε στοχευμένα μέτρα, όχι τυφλά, οριζόντια, και διαρκή. Αυτά τα έλεγε η ίδια η κυβέρνηση υπενθυμίζω. Η απάντηση επίσης είναι ότι, με μαθηματική ακρίβεια, αν οι ΜΕΘ σε μία περιοχή δεν κορεστούν λόγω του lockdown, τότε δεν θα κορεστούν ακόμη κι αν εξαιρεθούν από το lockdown τα δημοτικά/νηπιαγωγεία. Η απάντηση επίσης είναι ότι όποιος διαφωνεί με το παραπάνω, πρέπει αυτός να φέρει το βάρος της απόδειξης, καθώς είναι προφανές ότι πρώτη προτεραιότητα κάθε κοινωνίας είναι η επιλεκτική (αν πρέπει να επιλέξουμε, προσωπικά πιστεύω ότι δεν ισχύει αυτό το δίλημμα) προστασία της νέας γενιάς. Έτσι διαβάζεται το precautionary principle σωστά στο θέμα αυτό. Πώς και πότε αποφασίσαμε πρώτα να κλείσουμε τα σχολεία, μετά να κρατάμε όμηρους τα παιδιά μας στο σπίτι, και την ίδια ώρα, με σοφιστείες, να αποφεύγουμε την δημόσια συζήτηση λες και έχει γίνει ήδη; Λες και το default state είναι να είναι τα παιδιά στο σπίτι και πρέπει να βρούμε εμείς, οι «ψεκασμένοι» επιχειρήματα για να πείσουμε για το αντίθετο. Και για να καταλάβουμε, ξαναρωτάω, πότε έγινε αυτός ο διάλογος; Και με ποιους; Και πότε ενημερώθηκαν οι πολίτες για αυτό; Η επιτροπή λοιμωξιολόγων και επιδημιολόγων έχει λόγο επί παντός επιστητού; Κι αν ναι, ας μάθουμε κι εμείς εν τέλει, τι έχουν προτείνει στην πολιτεία για την αντιμετώπιση αυτού του συγκλονιστικού προβλήματος, του suffering in silence, που όπως φαίνεται αφορά όλες τις ηλικίες. Δυστυχώς, όσο και να ψάξουμε, την απάντησή τους εδώ και 12 μήνες εκεί και πάλι θα την βρούμε, in silence…

Υ.Γ.1 Είναι προφανές στο μυαλό μου ότι πολλοί θα ερμηνεύσουν το κείμενο αυτό, όπως και άλλα παλαιότερά μου, ως μία ένδειξη άρνησης, ως ένδειξη ότι ανήκω στην ομάδα των αντι-. Είναι εξίσου προφανές στο μυαλό μου ότι ακριβώς αυτοί είναι είτε άτομα με μεγάλη ευθύνη για το  πρόβλημα που βιώνουμε (αν από τον ρόλο τους έχουν την θεωρητική ικανότητα να κάνουν λεπτές διακρίσεις), είτε άτομα τα οποία έχουν ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη από μία πιο ολοκληρωμένη ενημέρωση από αυτήν που λαμβάνουν έως τώρα.

Υ.Γ.2 Με βάση όλα τα παραπάνω πιστεύω ότι θα έπρεπε να εξεταστεί το ενδεχόμενο το κλείσιμο των δημοτικών και νηπιαγωγείων πιθανώς να είναι αντισυνταγματικό καθώς δεν στηρίζεται σε πραγματικά επιστημονικά δεδομένα που να έχει παρουσιάσει η κυβέρνηση και τα οποία να δείχνουν μία αυξημένη πιθανότητα για μεγάλο/ικανό κίνδυνο στην δημόσια υγεία από την κατ’ εξαίρεση διατήρηση των σχολείων των μικρών παιδιών ανοικτών. Πρόκειται δηλαδή για ένα μέτρο με δυσανάλογα μεγάλες και σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις σε σχέση με το όποιο πιθανό όφελος έχει κανείς υπολογίσει. Προφανώς δεν είμαι ειδικός στο θέμα, όμως για να μπορέσει κάποιος ειδικός νομικός να ασχοληθεί με το θέμα είναι απαραίτητο πιο πριν να έχει κατανοήσει καλά τόσο τις επιπτώσεις όσο και το όποιο πιθανό όφελος από το κλειστό σχολείο.

Kostis Tsarpalis, April 2021

Call Now Button
Send this to a friend